Αποσαφήνιση του όρου εταιρική κοινωνική ευθύνη και οι άρρηκτοι δεσμοί της με τις επιχειρήσεις

Αποσαφήνιση του όρου εταιρική κοινωνική ευθύνη και οι άρρηκτοι δεσμοί της με τις επιχειρήσεις
Spread the love

Green-Earth1Γράφει o Δρ. Νεκτάριος Γ. Σμυρνής

ΠΕΡΙΛΗΨΗ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΟΥ ΑΡΘΡΟΥ

Το ζήτημα της εταιρικής κοινωνικής ευθύνης είναι ένα από τα πιο δυναμικά και ενδιαφέροντα θέματα που αντιμετωπίζει ο επιχειρηματικός κόσμος. Οι οργανισμοί όλο και περισσότερο απαιτείται να ισορροπήσουν τις κοινωνικές, περιβαλλοντικές και οικονομικές διαστάσεις της επιχειρηματικής λειτουργίας τους.

Στη συνέχεια του άρθρου περιγράφεται μια σύντομη ιστορική προοπτική της Εταιρικής Κοινωνικής Ευθύνης (ΕΚΕ), με έμφαση στο ρόλο και στη συμβολή των διεθνών και ευρωπαϊκών οργανισμών, που έχει ως σκοπό τη διασάφηση του όρου και τη σχέση της με κοινωνικές και περιβαλλοντικές αξίες, όπως είναι τα ανθρώπινα και τα εργασιακά δικαιώματα, η διατήρηση του φυσικού περιβάλλοντος, η βιώσιμη διαβίωση, η εκπαίδευση. Στη συνέχεια επιχειρείται να αποσαφηνιστεί η έννοια της ΕΚΕ, με τη βοήθεια ακαδημαϊκών, ευρωπαϊκών και διεθνών φορέων, αλλά και διακεκριμένων εκπροσώπων του επιχειρηματικού κόσμου.

Η ΠΟΡΕΙΑ ΤΗΣ ΕΤΑΙΡΙΚΗΣ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΕΥΘΥΝΗΣ– ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΑΝΑΔΡΟΜΗ

ΠΑΓΚΟΣΜΙΕΣ ΠΡΩΤΟΒΟΥΛΙΕΣ ΕΚΕ- ΔΙΕΘΝΕΙΣ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΙ

Στις Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής η ιδέα της Εταιρικής Κοινωνικής Ευθύνης (ΕΚΕ) πρωτοεμφανίστηκε στις αρχές του 20ου αιώνα, κυρίως στο δεύτερο μισό [1]Οι επιχειρήσεις την εποχή εκείνη έγιναν αντικείμενα επιθέσεων λόγω του μεγάλου μεγέθους τους, της ισχύος τους και των αντικοινωνικών και ανταγωνιστικών τους πρακτικών.

Οι πολέμιοι προσπάθησαν να χαλιναγωγήσουν την επιχειρησιακή δύναμη μέσω αντιτράστ νόμων, τραπεζικών ρυθμίσεων και προστατευτικής νομοθεσίας για τον καταναλωτή. Τότε είναι που προβάλλεται από ορισμένα στελέχη επιχειρήσεων η ιδέα της αξιοποίησης της ισχύος της επιχείρησης για κοινωνικούς σκοπούς και εθελοντικούς σκοπούς, πέρα από την επίτευξη κερδών. Χαρακτηριστικά αναφέρεται ότι «…ανώτερα αμερικανικά στελέχη μετακινήθηκαν από την άρνηση της δύναμης στην άρνηση του εγωισμού… » Γενικά, οι ηγέτες των επιχειρήσεων της εποχής εκείνης πίστεψαν ότι η επιχείρηση είχε μια ευθύνη απέναντι στην κοινωνία, η οποία ξεπερνούσε ή τουλάχιστον συμβάδιζε με τις προσπάθειές τους να πραγματοποιήσουν κέρδη.

Σαν αποτέλεσμα αυτών των πρώιμων ιδεών για το διευρυμένο ρόλο της επιχείρησης στην κοινωνία, διατυπώθηκαν δυο γενικές αρχές , οι οποίες διαμόρφωσαν την επιχειρησιακή σκέψη αναφορικά με την Εταιρική Κοινωνική Ευθύνη (ΕΚΕ) κατά τη διάρκεια του 20ου αιώνα και αποτελούν τα θεμέλια της σύγχρονης ιδεολογίας σχετικά με την εταιρική κοινωνική ευθύνη:

Η ΑΡΧΗ ΤΗΣ ΑΓΑΘΟΕΡΓΙΑΣ (CHARITY PRINCIPLE)

Σύμφωνα με αυτήν την αρχή, η επιχείρηση έχει καθήκον να παρέχει εθελοντική βοήθεια και υποστήριξη σε ενδεή άτομα και σε κοινωνικές ομάδες με δυσμενή θέση, καθώς και σε οργανισμούς που παρέχουν κοινωνικές υπηρεσίες. Μια πιο σύγχρονη μορφή αποτελεί η επιχειρησιακή φιλανθρωπία (corporate philanthropy) – δωρεές και εισφορές, συνήθως από κέρδη προ φόρων, προς όφελος μη κερδοσκοπικών οργανισμών με κοινωνική δράση.

Επίσης, παρατηρείται και η ανάπτυξη εθελοντικών δράσεων με σκοπό την προώθηση του κοινωνικού συμφέροντος. Παραδείγματα αποτελούν ιδρύματα επιχειρησιακής φιλανθρωπίας, ιδιωτικές πρωτοβουλίες για την επίλυση κοινωνικών προβλημάτων και κοινωνικές συμπράξεις με ομάδες σε δυσμενή κοινωνική θέση.

Η ΑΡΧΗ ΤΗΣ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ (STEWARDSHIP PRINCIPLE)

Η ιδέα αυτή αναφέρεται στη δράση των στελεχών με βάση το συμφέρον όλων των μελών της οικογένειας που επηρεάζονται από τις αποφάσεις και τις πολιτικές της επιχείρησης. Με άλλα λόγια, η αρχή του να συμπεριφέρνονται ως κοινωνικοί θεματοφύλακες, διαχειριστές ή φροντιστές του κοινωνικού συμφέροντος. Έτσι, ένας σημαντικός βαθμός κοινωνικής ευθύνης περνά μέσα στη λήψη επιχειρησιακών αποφάσεων.

Μια πιο σύγχρονη έκφραση όλων αυτών, αποτελούν η παραδοχή της αλληλεξάρτησης επιχείρησης και κοινωνίας, καθώς και η εξισορρόπηση των συμφερόντων και των αναγκών των διαφόρων ομάδων στην κοινωνία. Αυτός ο τρόπος σκέψης οδήγησε τελικά στη θεώρηση της διαχείρισης των συμμετοχών.

Παραδείγματα που αφορούν αυτήν την αρχή αποτελούν η ενσωμάτωση της προσέγγισης των stakeholders στον στρατηγικό προγραμματισμό (αφορά τη μελέτη των διαφόρων μεταβλητών του επιχειρησιακού περιβάλλοντος, τον καθορισμό των στόχων και την περιγραφή των ενεργειών και των μέσων για την υλοποίησή τους) και την επίτευξη βέλτιστων μακροχρόνιων κερδών έναντι βραχυχρόνιων κερδών

Μια σύνοψη των κυριότερων θεωρητικών ρευμάτων, τα οποία στη συνέχεια παρουσιάζονται στον πίνακα 1.

ΠΙΝΑΚΑΣ 1 Θεωρητικό υπόβαθρο ΕΚΕ

1Πηγή: 4CR, CR Theoretical Background, www.csrquest.net

Υπάρχουν πολλές θεωρήσεις και πρωτοβουλίες οι οποίες προσπαθούν να τεκμηριώσουν την ανάγκη για την κοινωνική ευθύνη. Το 1971 η Committee for Economic Development ένας οργανισμός αποτελούμενος από περίπου 200 επιχειρηματίες και ακαδημαϊκούς συμμετείχε σε έρευνα και μελέτη πολιτικών, κοινωνικών και οικονομικών ζητημάτων και εξέδωσε ένα κείμενο με τίτλο “The Social Responsibilith of Business Corporations”.

Δυο βασικοί λόγοι για την υιοθέτηση της εταιρική κοινωνικής ευθύνης παρουσιάστηκαν: το μεταβαλλόμενο κοινωνικό συμβόλαιο με τις επιχειρήσεις και το διαφωτισμένο προσωπικό συμφέρον.

Η βασική ιδέα του κοινωνικού κεφαλαίου είναι ότι η επιχείρηση λειτουργεί με τη συγκατάθεση του κοινού και κύριος σκοπός της η εξυπηρέτηση των αναγκών της κοινωνίας.

Ως προς το δεύτερο λόγο υπάρχει μια ευρεία αναγνώριση ότι η επιχειρησιακή ιδιοτέλεια είναι άτεγκτα αναμεμιγμένη στην κοινωνική ευημερία. Η επιχείρηση αποτελεί αναπόσπαστο κομμάτι της κοινωνίας και από αυτήν παίρνει τους συντελεστές που της είναι απαραίτητοι για τη λειτουργία της, π.χ. κεφάλαιο, εργασία ή πελάτες. Αν δεν αποδεχθεί κάποιο εύλογο βαθμό ευθύνης για τη βελτίωση της κοινωνίας, τότε τα συμφέροντά της μπορεί και να διακινδυνεύσουν (από κυβερνητικές ρυθμίσεις, μποϋκοτάζ καταναλωτών ή αρνητική διαφήμιση)

Σύμφωνα με τη CED, επιχειρηματικές δραστηριότητες για τη βελτίωση της κοινωνίας αφορούν σε τομείς όπως η αύξηση της παραγωγικότητας, η υποστήριξη του εκπαιδευτικού συστήματος, η προώθηση της απασχόλησης, τα δικαιώματα του πολίτη και η παροχή ίσων ευκαιριών σταδιοδρομίας, η αστική ανάπτυξη, η μείωση της μόλυνσης, η διατήρηση του περιβάλλοντος, οι τέχνες και ο πολιτισμός, η ιατρική περίθαλψη, καθώς και η βελτίωση του management σε μια κυβέρνηση, ο εκσυγχρονισμός και η αναδιοργάνωσή της

Με την πάροδο του χρόνου η εταιρική κοινωνική ευθύνη έχει χαρακτηριστεί από μια πληθώρα πρωτοβουλιών, κωδικών και προτύπων με κύριο σκοπό να βοηθήσουν τις επιχειρήσεις να κάνουν το “σωστό”. Η πορεία της εταιρικής κοινωνικής ευθύνης χαρακτηρίζεται από τις παρακάτω πρωτοβουλίες, οι οποίες διακρίνονται στις εξής κατηγορίες:

ΠΑΓΚΟΣΜΙΕΣ ΠΡΩΤΟΒΟΥΛΙΕΣ

Organization for Economic Cooperation and Development (OECD) Guidelines for Multinational Enterprises – Κατευθυντήριες Γραμμές του ΟΟΣΑ για τις Πολυεθνικές Επιχειρήσεις. Υιοθετήθηκαν το 1976 και αναθεωρήθηκαν, έτσι ώστε να συμπεριλάβουν θέματα, όπως η βιώσιμη ανάπτυξη και κεντρικά εργασιακά ζητήματα. Αφορούν εθελοντικές αρχές και πρότυπα υπεύθυνης συμπεριφοράς, που απευθύνουν οι κυβερνήσεις προς τις πολυεθνικές επιχειρήσεις και καλύπτουν τομείς, όπως οι εργασιακές και βιομηχανικές σχέσεις, η αρχή της αποκάλυψης, τα ανθρώπινα δικαιώματα, η προστασία του περιβάλλοντος, η φορολογία, ο ανταγωνισμός, η επιστήμη και η τεχνολογία.

Διεθνείς Αρχές Sullivan – Υιοθετήθηκαν το 1999 και αποτελούν προέκταση των αρχικών Αρχών, οι οποίες διαμορφώθηκαν από τον αιδεσιμότατο Leon Sullivan το 1977 ως ένας εθελοντικός κώδικας συμπεριφοράς για επιχειρήσεις με δραστηριότητες στη Νότια Αφρική του απαρτχάιντ. Ο ίδιος ορίζει την επιχειρηματική ευθύνη σε σχέση με την υποστήριξη των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, την ενθάρρυνση των ίσων ευκαιριών, την εκπαίδευση και μέριμνα για τους εργαζομένους σε μειονεκτική θέση, καθώς και τη βελτίωση του επιπέδου ζωής για τις τοπικές κοινότητες, τους εργαζομένους και τα παιδιά αυτών με αξιοπρέπεια και ισοτιμία.

United Nations Global Compact – Οικουμενικό Σύμφωνο. Τέθηκε σε εφαρμογή το 2000 με πρωτοβουλία του Γενικού Γραμματέα των Ηνωμένων Εθνών, Kofi Annan. Μέσα από τη δύναμη της συλλογικής δράσης, το Σύμφωνο αναζητά να προάγει την ιδιότητα του εταιρικού πολίτη, έτσι ώστε να αποτελέσει η επιχείρηση μέρος της λύσης έναντι των προκλήσεων της παγκοσμιοποίησης και ο ιδιωτικός τομέας να συμβάλει σε μια βιώσιμη και πιο περιεκτική παγκόσμια οικονομία. Οι επιχειρήσεις καλούνται να σεβαστούν και να υιοθετήσουν σε εθελοντική βάση ένα σύνολο δέκα αρχών που αφορούν τα ανθρώπινα δικαιώματα, τις εργασιακές ελευθερίες, την προστασία του περιβάλλοντος και τη διαφθορά.

ΑΝΘΡΩΠΙΝΑ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ

United Nations Declaration of Human Rights (UNDHR) – Διακήρυξη των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών (Ο.Η.Ε). Υιοθετήθηκαν το 1948 από τον ΟΗΕ και επικυρώθηκαν και από τη Διακήρυξη της Βιέννης το 1993. Αποτέλεσαν τη βάση πολλών συνταγμάτων ανά τον κόσμο και προσδιορίζουν ευρέως τα ανθρώπινα δικαιώματα σε πολιτικό, κοινωνικό και οικονομικό επίπεδο.

Voluntary Principles on Security and Human Rights. Τέθηκαν σε κυκλοφορία το Δεκέμβριο του 2000 από τις κυβερνήσεις των ΗΠΑ και του Ηνωμένου Βασιλείου και αποτελούν ένα σύνολο αρχών, οι οποίες διαμορφώθηκαν από τις παραπάνω κυβερνήσεις, από επιχειρήσεις του εξαγωγικού και του ενεργειακού κλάδου και από μη κυβερνητικές οργανώσεις, που ενδιαφέρονται για τα ανθρώπινα δικαιώματα και την ΕΚΕ.

Norms on the Responsibilities of Transnational Corporations and other Business Enterprises with regard to Human Rights. Οι κανόνες αυτοί προωθήθηκαν προς έγκριση στην Επιτροπή των Ηνωμένων Εθνών για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα το Μάρτιο του 2003. Αποτελούν ένα περιεκτικό σύνολο κανόνων, που σχετίζονται με τα ανθρώπινα και εργασιακά δικαιώματα, την προστασία του καταναλωτή και του φυσικού περιβάλλοντος, καθώς και με ζητήματα δωροδοκίας.

ΕΡΓΑΣΙΑΚΑ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ

International Labor Organization (ILO) – Tripartite Declaration of Principles concerning Multinational Enterprises and Social Policy (Διεθνής Οργανισμός Εργασίας – Τριμερής Διακήρυξη Αρχών που αφορούν τις Πολυεθνικές Επιχειρήσεις και την κοινωνική Πολιτική). Υιοθετήθηκαν το 1977 και απευθύνονται σε επιχειρήσεις, κυβερνήσεις, εργατικά σωματεία και άλλες ενώσεις εργαζομένων.

Social Accountability 8000 – To πρώτο σύστημα κοινωνικού απολογισμού της Social Accountability International έγινε πλήρως λειτουργικό το 1998 και αποτελεί μέσο για τους λιανέμπορους, τις επιχειρήσεις, τους προμηθευτές να διατηρούν σωστές και ικανοποιητικές συνθήκες εργασίας σε όλη την αλυσίδα εφοδιασμού. Το πρότυπο Social Accountability 8000 (SA8000) – Διεθνής Κοινωνική Αναφορά – αφορά τα συστήματα διαχείρισης και αναφέρεται στον προσδιορισμό της πολιτικής, την παρακολούθηση των δραστηριοτήτων και των αποτελεσμάτων, την επιβεβαίωση της συμμόρφωσης, τη διάδοση των διαδικασιών και την ανάπτυξη των συστημάτων διαχείρισης. Επίσης, δίνει βαρύτητα στις εργασιακές συνθήκες στις διεθνείς αλυσίδες προμηθειών.

Fair Labor Association. Συστάθηκε με πρωτοβουλία του Λευκού Οίκου (επί προεδρίας του Bill Clinton) το 1996 και είναι ένας μη κερδοσκοπικός οργανισμός, που στόχο έχει την προστασία των δικαιωμάτων των εργαζομένων στις ΗΠΑ και παγκοσμίως.

Ο οργανισμός Ethical Trade Initiative (ΕΤΙ – Πρωτοβουλία Ηθικού Εμπορίου) ασχολείται με τις εργασιακές συνθήκες στο Ηνωμένο Βασίλειο. Οι διαδικασίες αναφοράς και εμπέδωσης καθορίζονται από την αξίωση ότι οι προμηθευτές των μελών της ΕΤΙ θα πρέπει να πληρούν συγκεκριμένα πρότυπα , ενώ η μέτρηση της απόδοσης με διαφάνεια αποτελεί τη βασική προϋπόθεση για τη συνέχιση των επιχειρηματικών δραστηριοτήτων τους. Τα μέλη συντάσσουν ετήσιες εκθέσεις προόδου αναφορικά με τον κώδικα, ενώ η ΕΤΙ εκδίδει μια ετήσια συνοπτική έκθεση

Clean Clothes Campaign Model Code (CCC). Τελειοποιήθηκε το 1998 και αποτελεί ένα ευρωπαϊκό εθελοντικό δίκτυο με στόχο τη βελτίωση των συνθηκών εργασίας σε κλάδους ένδυσης και αθλητικών ειδών.

ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ ΚΑΙ ΒΙΩΣΙΜΟΤΗΤΑ

––Eco-Management & Audit Scheme (EMAS) – Εισήχθη το 1995 και αναθεωρήθηκε το 2001. Είναι ένα εθελοντικό σχέδιο για οργανισμούς πρόθυμους να δεσμευτούν να εκτιμήσουν και να βελτιώσουν την επίδοσή τους σχετικά με το φυσικό περιβάλλον.

International Chamber of Commerce – The Business Charter for Sustainable Development. Υιοθετήθηκε το 1991 και αποσκοπεί στο να βοηθήσει τις επιχειρήσεις διεθνώς να βελτιώσουν την περιβαλλοντική τους επίδοση.

Rio Declaration on Environment and Development – Υιοθετήθηκε το 1992 στο Συνέδριο των Ηνωμένων Εθνών για το Περιβάλλον και την Ανάπτυξη (UNCED) στο Rio de Janeiro.

CERES (Coalition for Environmentally Responsible Economies) Principles – 1989. Προσπάθεια τυποποίησης της αφοσίωσης των επιχειρήσεων ως προς την επαγρύπνηση και τον απολογισμό σχετικά με το περιβάλλον, καθώς και της δέσμευσης, αναφορικά με τη συνεχή προσπάθεια βελτίωσης, προώθησης του διαλόγου και της συστηματικής υποβολής δημοσίων εκθέσεων (reporting).

Natural Step – Ιδρύθηκε το 1989 στη Σουηδία και περιλαμβάνει αρχές και εργαλεία αξιολόγησης, που στόχο έχουν την αντιμετώπιση προβλημάτων υγείας, τα οποία προκύπτουν από την αυξανόμενη χρήση τοξινών στο περιβάλλον.

ΚΑΤΑΠΟΛΕΜΗΣΗ ΤΗΣ ΔΙΑΦΘΟΡΑΣ

OECD Convention on Combating Bribery of Foreign Public Officials in International Business Transactions – 1997. Ο ΟΟΣΑ προσδιόρισε όρους – κλειδιά και διαμόρφωσε ένα νομικό πλαίσιο για τη δωροδοκία διεθνώς.

Business Principles – Social Accountability International. Εκδόθηκαν το 2002 και αποσκοπούν στο να παρέχουν ένα χρήσιμο εργαλείο καλών πρακτικών για τις επιχειρήσεις αναφορικά με τη διαφθορά και τη δωροδοκία.

ΕΤΑΙΡΙΚΗ ΔΙΑΚΥΒΕΡΝΗΣΗ

OECD Principles of Corporate Governance. Οι αρχές αυτές προσυπογράφηκαν το 1999 και αναθεωρήθηκαν το 2004 από τον ΟΟΣΑ. Απευθύνονται σε επιχειρήσεις, κυβερνήσεις χωρών, επενδυτές και επιχειρηματικές ομάδες σχετικά με καλές πρακτικές εταιρικής διακυβέρνησης.

 1.20 ΜΙΑ ΜΑΤΙΑ ΣΤΗΝ ΠΟΡΕΙΑ ΤΗΣ ΕΚΕ ΣΤΗΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚH EΝΩΣΗΣ

Στην αρχή της περασμένης δεκαετίας, άρχισε να διαμορφώνεται ένα νέο κοινωνικοπολιτικό πλαίσιο, η παγκοσμιοποίηση, η οποία οδήγησε σε ταχύτατες αλλαγές ολόκληρο τον πλανήτη.

Οι εξελίξεις στις παγκόσμιες τηλεπικοινωνίες, οι καταστροφικές συνέπειες στο περιβάλλον, η αυξανόμενη πίεση των καταναλωτών για ποιοτικότερα και φιλικότερα προς το περιβάλλον προϊόντα, η ενδυνάμωση του ρόλου των μη κυβερνητικών οργανισμών (ΜΚΟ) στην παγκόσμια κοινωνία, η σταδιακή αποδυνάμωση του παραδοσιακού ρόλου του κράτους, αλλά και η ανάπτυξη της θεωρίας των «stakeholders» για την επιχειρηματική ηθική και την εταιρική διακυβέρνηση, όλα αυτά οδήγησαν στην εμφάνιση μιας νέας «επιχειρηματικής λογικής», της Εταιρικής Κοινωνικής Ευθύνης.

Σε συνέχεια της Λευκής Βίβλου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής το 1993 για την «Ανάπτυξη, Ανταγωνιστικότητα και Απασχόληση: οι προκλήσεις και η αντιμετώπισή τους για τη μετάβαση στον 21ο αιώνα» και της έκκλησης του Προέδρου Delors προς τις ευρωπαϊκές επιχειρήσεις με αποτέλεσμα την Ευρωπαϊκή Διακήρυξη του Κοινωνικού Αποκλεισμού το 1995, η κοινωνική υπευθυνότητα των επιχειρήσεων αρχίζει σταδιακά να αποτελεί αντικείμενο ενδιαφέροντος για την Ευρωπαϊκή Ένωση, καθώς διαφαίνεται να μπορεί να συμβάλλει θετικά στο στρατηγικό στόχο που τέθηκε στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο της Λισαβόνας το 2000 «να καταστεί η Ευρωπαϊκή Ένωση η ανταγωνιστικότερη και δυναμικότερη οικονομία της γνώσης ανά την υφήλιο, ικανή για βιώσιμη οικονομική ανάπτυξη με περισσότερες και καλύτερες θέσεις εργασίας και με μεγαλύτερη κοινωνική συνοχή».

Στο πλαίσιο αυτό, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή υιοθέτησε τον Ιούλιο του 2001 την Πράσινη βίβλο “για την προώθηση ενός ευρωπαϊκού πλαισίου για την Εταιρική Κοινωνική Ευθύνη”, η οποία είχε ως στόχο να δώσει εκκίνηση για μία ευρύτερη δημόσια συζήτηση σχετικά με τους τρόπους με τους οποίους η Ευρωπαϊκή Ένωση μπορεί να προωθήσει την Εταιρική Κοινωνική Ευθύνη τόσο σε ευρωπαϊκό όσο και σε διεθνές επίπεδο.

Η Πράσινη Βίβλος όρισε την Εταιρική Κοινωνική Ευθύνη ως την “έννοια σύμφωνα με την οποία οι εταιρείες ενσωματώνουν σε εθελοντική βάση κοινωνικές και περιβαλλοντικές ανησυχίες στις επιχειρηματικές τους δραστηριότητες και στις επαφές τους με άλλα ενδιαφερόμενα μέρη”, καθώς συνειδητοποιούν διαρκώς περισσότερο ότι η υπεύθυνη συμπεριφορά οδηγεί σε βιώσιμη επιχειρηματική επιτυχία.

Η Εταιρική Κοινωνική Ευθύνη αφορά επίσης τη διαχείριση της αλλαγής σε επίπεδο επιχείρησης με κοινωνικά υπεύθυνο τρόπο. Αυτό συμβαίνει όταν μια επιχείρηση επιχειρεί να συμβιβάσει τις απαιτήσεις και τις ανάγκες των διαφόρων ενδιαφερόμενων μερών, επιτυγχάνοντας ισορροπία αποδεκτή από όλες τις πλευρές. Εάν οι επιχειρήσεις καταφέρουν να διαχειριστούν την αλλαγή με κοινωνικά υπεύθυνο τρόπο, θα υπάρξει θετικός αντίκτυπος σε μακροοικονομικό επίπεδο.

Έτσι, λοιπόν, η Εταιρική Κοινωνική Ευθύνη νοείται ως συμπεριφορά των επιχειρήσεων η οποία υπερβαίνει τις νομικές τους υποχρεώσεις και υιοθετείται εθελοντικά ενώ συνδέεται στενά με την έννοια της βιώσιμης ανάπτυξης, καθώς ενσωματώνει τον οικονομικό, κοινωνικό και περιβαλλοντικό αντίκτυπο των δραστηριοτήτων τους.

Η ΕΚΕ επίσης συνδέεται στενά με την έννοια της βιώσιμης ανάπτυξης, που είναι ένας από τους κύριους αντικειμενικούς λόγους της Ε.Ε. Στη Σύνοδο κορυφής του Γκέτεμποργκ τον Ιούνιο του 2001, η Ε.Ε. εγκαινίασε τη στρατηγική της για Βιώσιμη Ανάπτυξη (Ευρωπαϊκή Επιτροπή, COM (2001) 264) που βασίζεται στην ιδέα ότι μακροπρόθεσμα η οικονομική ανάπτυξη, η κοινωνική ευαισθητοποίηση και η περιβαλλοντική προστασία θα συμβαδίσουν.

Η περιβαλλοντική διάσταση της Στρατηγικής τίθεται στο Έκτο Περιβαλλοντικό Πρόγραμμα Δράσης της Ε.Ε. (European Commission, COM (2001) 31), που θα καλύψει τη χρονική περίοδο 2001-2010. Το πρόγραμμα αυτό επίσης λαμβάνει υπόψη τη διάσταση της Μικρο-Μεσαίας Επιχείρησης (SME) και προτάσσει την ανάγκη να αναπτύξουν ένα σχέδιο για ενθάρρυνση των Μικρο-Μεσαίων επιχειρήσεων να αυτο-αξιολογήσουν τη συμμόρφωσή τους και να βελτιώσουν τη συμμετοχή τους στο αντίστοιχο πρόγραμμα EMAS της Κοινότητας (Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, 2001).

Τον Ιούλιο του 2002 η Ευρωπαϊκή Επιτροπή υιοθέτησε την Ανακοίνωση «Εταιρική Κοινωνική Ευθύνη: Μια συνεισφορά των επιχειρήσεων στη βιώσιμη ανάπτυξη» σε συνέχεια του δημόσιου διαλόγου που είχε ξεκινήσει με την Πράσινη Βίβλο.

Πέρα από ορισμένους τομείς (κώδικες δεοντολογίας· πρότυπα διαχείρισης· μέτρηση, υποβολή εκθέσεων και εγγυήσεις· επισήμανση· και κοινωνικά υπεύθυνες επενδύσεις) όπου τόνισε ότι είναι επιθυμητή μεγαλύτερη σύγκλιση και διαφάνεια για να προωθηθεί περαιτέρω η ανάπτυξη πρακτικών κοινωνικής ευθύνης σε ευρωπαϊκό επίπεδο, θεσμοθετήθηκε και ένα Πολυμερές Φόρουμ της Ευρωπαϊκής Ένωσης σχετικά με την Εταιρική Κοινωνική Ευθύνη.

Το Forum αυτό είχε σκοπό την προώθηση της καινοτομίας, της διαφάνειας και της σύγκλισης των πρακτικών και εργαλείων της Εταιρικής Κοινωνικής Ευθύνης μέσω α) της ανταλλαγής εμπειρίας και «καλών πρακτικών» μεταξύ των φορέων στο επίπεδο της ΕΕ, β) συγκεντρώνοντας τις υπάρχουσες πρωτοβουλίες της Ευρωπαϊκής Ένωσης και επιδιώκοντας την προσέγγιση της ΕΕ και κατευθυντήριων αρχών, καθώς και ως βάση του διαλόγου στα διεθνή forum και με τρίτες χώρες και γ) εντοπίζοντας και διερευνώντας τομείς όπου απαιτείται συμπληρωματική δράση σε ευρωπαϊκό επίπεδο.

Το CSR Forum κατέληξε σε μία Έκθεση με τα συμπεράσματά του στο τέλος του 2004 και κατόρθωσε να εισάγει ένα consensus ανάμεσα στους stakeholders με διαμετρικά αντίθετες απόψεις και να θέσει τη βάση για περαιτέρω αξιολόγηση των αποτελεσμάτων του Forum.

Τον περασμένο χρόνο, η Ευρώπη αναγνώρισε τις δύο κύριες προκλήσεις προκειμένου να εξασφαλίσει την υπάρχουσα και τη μελλοντική κοινωνική ευημερία της Ευρωπαϊκής Ένωσης: την ανάπτυξη και την εργασία. Αυτό ακριβώς επιδιώκει να πετύχει η αναθεωρημένη στρατηγική της Λισσαβόνας (Φεβρουάριος 2005): να επικεντρωθεί σε δράσεις που προωθούν την ανάπτυξη και την εργασία κατά έναν τρόπο απόλυτα συμβατό με τη βιώσιμη ανάπτυξη. Όπως άλλωστε αναγνωρίστηκε και στο εαρινό Συμβούλιο τον Μαρτίου του 2005, οι εθελοντικές επιχειρηματικές δραστηριότητες, με τη μορφή πρακτικών εταιρικής κοινωνικής ευθύνης, μπορούν να παίξουν σημαντικό ρόλο σε ότι αφορά στη συνεισφορά τους στη βιώσιμη ανάπτυξη, προωθώντας παράλληλα την καινοτομία και την ανταγωνιστικότητα της Ευρώπης.

Στο πλαίσιο αυτό, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή (αφορά ιδιαίτερα πρωτοβουλία των Επιτρόπων κ.κ. Verheygen  και Spidla, αρμόδιων για θέματα επιχειρήσεων – βιομηχανίας και απασχόλησης – κοινωνικών υποθέσεων αντίστοιχα) εγκαινιάζει μία καινούρια «απευθείας» συνεργασία μεταξύ αυτής και ευρωπαϊκών επιχειρήσεων, – βιομηχανίας και απασχόλησης – κοινωνικών υποθέσεων αντίστοιχα) εγκαινιάζει μία καινούρια «απευθείας» συνεργασία μεταξύ αυτής και ευρωπαϊκών επιχειρήσεων, αναγνωρίζοντας ότι διαδραματίζουν πρωταρχικό ρόλο στο θέμα της Εταιρικής Κοινωνικής Ευθύνης. Η συνεργασία με τη μορφή Ευρωπαϊκής Συμμαχίας για την Εταιρική Κοινωνική Ευθύνη, προσαρτάται ως παράρτημα στην Ανακοίνωση που εξέδωσε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή «Πραγμάτωση της Εταιρικής Σχέσης για τη Μεγέθυνση και την Απασχόληση: να γίνει η Ευρώπη πόλος αριστείας στον τομέα της Εταιρικής Κοινωνικής Ευθύνης» στις 22 Μαρτίου 2006.

Η ΕΝΝΟΙΑ ΤΗΣ ΕΚΕ

Η δυσκολία διαμόρφωσης ενός κοινά αποδεκτού ορισμού της Εταιρικής Κοινωνικής Ευθύνης (γνωστή ως Corporate Social Responsibility ή CSR) από τις επιχειρήσεις αποκαλύπτει τον τρόπο με τον οποίο αυτή έχει αναπτυχθεί. Κατά τη γνώμη ορισμένων, προήλθε από την εταιρική φιλανθρωπία με έμφαση στην κοινωνική βελτίωση. Κατά τη γνώμη άλλων, η Εταιρική Κοινωνική Ευθύνη αποτελεί μία πολύ ευρύτερη έννοια και σχετίζεται άμεσα με την αειφόρο ανάπτυξη που εισήχθη από τα ανώτατα στελέχη των Ηνωμένων Εθνών στη σύσκεψη του Rio de Janeiro το 1992.

Οι Panayiotou et al., σε πολύ πρόσφατη μελέτη τους (2009)μ κατηγοριοποίησαν τους ορισμούς της Εταιρικής Κοινωνικής Ευθύνης σε τρεις κατηγορίες με βάση ισάριθμες σχετιζόμενες οπτικές:

  1. Σκεπτικιστική οπτική: Η σκεπτικιστική οπτική υιοθετεί μία επιφυλακτική στάση και αντιμετωπίζει κριτικά το CSR. Με βάση αυτήν την οπτική, ο πιο σημαντικός στόχος της Εταιρικής Κοινωνικής Ευθύνης είναι να παρέχει όσο το δυνατό περισσότερο πλούτο στους μετόχους της επιχείρησης, και μέσω της επίτευξης αυτού του στόχου, θεωρεί ότι εξυπηρετεί ένα κομμάτι της κοινωνίας.
  2. Ουτοπική οπτική: Η ουτοπική οπτική αντικατοπτρίζει την ιδέα ότι οι επιχειρήσεις έχουν την ηθική υποχρέωση απέναντι σε όλους τους εμπλεκόμενους με την επιχείρηση, και όχι μόνο στους μετόχους της, να τους ωφελούν με όποιον τρόπο μπορούν.
  3. Ρεαλιστική οπτική: Η ρεαλιστική οπτική συγκεντρώνει τη μεγαλύτερη αποδοχή στον επιστημονικό αλλά και επιχειρηματικό χώρο. Με βάση αυτήν την οπτική, το CSR είναι η διαχείριση του αντίκτυπου της λειτουργίας μίας επιχείρησης τόσο στους άμεσους όσο και στους έμμεσους εμπλεκόμενους με αυτήν, άρα στην κοινωνία στην οποία λειτουργεί και αναπτύσσεται. Επομένως, το CSR δεν περιλαμβάνει μόνο τα κεφάλαια που διατίθενται από τις επιχειρήσεις για την επίλυση κοινωνικών προβλημάτων αλλά και τον τρόπο με τον οποίο επιτυγχάνει τη δική της διακυβέρνηση, την εκπλήρωση της αποστολής της, την εφαρμογή των αξιών της, τη συνεργασία της με κάθε είδους εμπλεκόμενο, τη μέτρηση των αποτελεσμάτων και την κοινοποίησή τους.

Ένας μεγάλος αριθμός ακαδημαϊκών μελετών[1]). έχουν δημοσιευθεί σχετικά με τον εννοιολογικό προσδιορισμό και τα χαρακτηριστικά στοιχεία που προσδιορίζουν την ΕΚΕ κατά τα τελευταία 30 χρόνια. Παρά την ποικιλία των ορισμών, ίσως ο πιο ευρέως αποδεκτός αναφέρεται αναφορικά με τον επιστημονικό αλλά και τον επιχειρηματικό χώρο είναι αυτός του Archie Carroll, ο οποίος θεωρεί την ΕΚΕ ως μια σύνθεση που αφορά τέσσερις διαφορετικούς τομείς δραστηριότητας της κοινωνίας των σχέσεων [2]

  1. Οικονομικές Προσδοκίες: Οι εταιρίες έχουν τους μετόχους, οι οποίοι αποζητούν ένα εύλογο κέρδος από τις επενδύσεις τους, έχουν τους εργαζόμενους, που θέλουν ασφαλή και δίκαια αμειβόμενη εργασία, τους πελάτες, οι οποίοι ζητούν καλής ποιότητας προϊόντα σε εύλογη τιμή, κ.λπ. Σύμφωνα με τον αριθμό των επιχειρήσεων, αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο έχουν συσταθεί οι επιχειρήσεις στην κοινωνία και πρωταρχική τους ευθύνη αποτελεί η ορθή λειτουργία τους ως οικονομική μονάδα για να παραμείνουν στο επιχειρηματικό χώρο. Όλες οι δευτερεύουσες ευθύνες κατατάσσονται στο πεδίο της ΕΚΕ. Σύμφωνα με τον Carroll, η ικανοποίηση των οικονομικών ευθυνών είναι, συνεπώς, βασική προϋπόθεση από το σύνολο επιχειρήσεων.
  2. Νομικές Προσδοκίες: Η ευθύνη των εταιριών σε σχέση με τον νόμο απαιτεί να τηρούν τους όρους και να “ παίζουν με τους κανόνες της, παιχνίδι ”. O Carroll υποδηλώνει ότι η ικανοποίηση των νομικών ευθυνών απαιτείται απ’ όλες τις εταιρίες που επιδιώκουν να είναι κοινωνικά υπεύθυνες.
  3. Ηθικές Προσδοκίες: Η ευθύνη αυτή υποχρεώνει τις εταιρίες να κάνουν ότι είναι σωστό, δίκαιο και εύλογο, ακόμη και όταν δεν είναι υποχρεωμένες από το νομικό πλαίσιο. Ο Carroll υποστηρίζει ότι οι ηθικές ευθύνες, ως εκ τούτου, αποτελούνται απ’ ότι γενικά αναμένει η κοινωνία πέρα από τις οικονομικές και νομικές προσδοκίες.
  4. Φιλανθρωπικές Προσδοκίες: Το τέταρτο επίπεδο της ΕΚΕ εξετάζει το φιλανθρωπικό κομμάτι των επιχειρήσεων. Αυτή η πτυχή της εταιρικής κοινωνικής ευθύνης αντιμετωπίζει μια μεγάλη ποικιλία ζητημάτων, συμπεριλαμβανομένων των δωρεών σε φιλανθρωπικές οργανώσεις, των επενδύσεων υποδομών αναψυχής για τους εργαζόμενους και τις οικογένειες τους, την υποστήριξη τοπικών εκπαιδευτικών ιδρυμάτων, ή των τεχνών και της χορηγίας αθλητικών εκδηλώσεων. Σύμφωνα με τον Carroll οι φιλανθρωπικές προσδοκίες είναι απλώς επιθυμητές από τις επιχειρήσεις.

Ένα σημαντικό ζήτημα της εταιρικής κοινωνικής ευθύνης είναι η ιδέα της εθελοντικής πρωτοβουλίας των εταιρειών. Αυτό ασφαλώς εφαρμόζεται για τους τομείς των ηθικών και των φι των φιλανθρωπικών προσδοκιών αλλά μπορεί να θεωρηθεί επίσης και για τα πρώτα δυο επίπεδα. Η λογική αυτή που αναφέρει ρητά τις οικονομικές και νομικές “ευθύνες” ως “απαιτήσεις” των εταιριών – σίγουρα σε βραχυπρόθεσμη βάση- υποθέτει ότι οι εταιρείες έχουν την απόλυτη δικαιοδοσία όσον αφορά τον τρόπο και το βαθμό που θα επιλέξουν να ανταποκριθούν σε αυτές τις ευθύνες. Οι επιχειρήσεις μπορούν να επιλέξουν, είτε λόγω αμέλειας, να αποτύχουν να ανταποκριθούν στις ευθύνες τους όσον αφορά τα κύρια ενδιαφερόμενα μέρη, τους μετόχους και τους εργαζομένους τους.

 ΔΙΑΓΡΑΜΜΑ 1 Η Πυραμίδα της ΕΚE

2aΠηγή: Carroll, 1991

Ωστόσο, το πιο διαδεδομένο μέρος της ΕΚΕ δεν αφορά στις οικονομικές υποχρεώσεις έναντι των μετόχων και των εργαζομένων ή των νομικών υποχρεώσεων, αλλά για τις εθελοντικές πρωτοβουλίες, τα προγράμματα, τις πολιτικές και τις στρατηγικές εκείνες των εταιριών που ανταποκρίνονται στις ευθύνες έναντι της κοινωνίας, με βάση ορισμένα ηθικά ή φιλανθρωπικά κίνητρα. Μια πληθώρα άλλων ορισμών και απόψεων σχετικά με την ΕΚΕ έχουν προταθεί και θα συζητηθεί κατά τη διάρκεια των ετών, αλλά θα μπορούσε να ισχυριστεί ότι ο ορισμός Carroll αιχμαλωτίζει πιθανώς το ελάχιστο κοινό παρονομαστή της ΕΚΕ [1]

Η Εταιρική Υπευθυνότητα συνιστά, ασφαλώς, μία ευρύτατη έννοια σύμφωνα με την οποία οι επιχειρήσεις δεν αποτελούν απλά κερδοσκοπικές οντότητες, μα έχουν παράλληλα και την ηθική υποχρέωση να ωφελούν την κοινωνία εντός της οποίας δραστηριοποιούνται. Πιο ειδικά, συνιστά μια αξιολόγηση των επιχειρήσεων και των πρακτικών τους, μέσω της πολύπλευρης αποτίμησης των οικονομικών, περιβαλλοντικών και κοινωνικών δραστηριοτήτων και χειρισμών τους.20

Οι συγκεκριμένες δραστηριότητες και χειρισμοί της τριπλής αυτής κατεύθυνσης, αποτελούν την “Triple Bottom Line” (3BL) μιας επιχείρησης, η οποία ορίζεται ως «επιχειρηματικές λύσεις και επιλογές, που ταυτόχρονα είναι κοινωνικά υπεύθυνες, περιβαλλοντικά ορθές και οικονομικά βιώσιμες» και πιο απλά, αποτελούν τις τρεις ευρείες προσεγγίσεις της εταιρικής υπευθυνότητας που έχουν έρθει έντονα πλέον στο προσκήνιο: την οικονομική, την οικολογική και την κοινωνική. Ο όρος πρωτοεμφανίστηκε το 1994 από τον John Elkington, που αναφέρθηκε στην triple bottom line για να περιγράψει την «κοινωνική, περιβαλλοντική και οικονομική υπευθυνότητα», στα πλαίσια της βιώσιμης και αειφόρου ανάπτυξης.

[1] Crane, A. And Matten, D. (2004). “Business ethics- A European perspective”, Oxford University Press, Oxford, pp.37-71.
[2] Carroll, A. (1999), “Corporate Social Responsibility. Evolution of a Definitional Construct”Business & Society, Vol. 38, No. 3, pp. 268-295.

IMG_1817 Του Δρ. Νεκτάριου Γ. Σμυρνή
Αυτό το επιστημονικό άρθρο αποτελεί κομμάτι της Διδακτορικής Διατριβής του

Emeis Magazine

Αφήστε μια απάντηση