Βρίσκοντας ένα διαμάντι μέσα στη λάσπη
Ο Γκούντο, ήταν ο δάσκαλος του αυτοκράτορα. Ωστόσο, συνήθιζε να ταξιδεύει μόνος του σαν περιπλανώμενος. Μια φορά, καθώς κατευθυνόταν προς την πόλη Έντο, το κέντρο των Σογκούν, πλησίασε ένα μικρό χωριό που το έλεγαν Τακενάκα. Είχε βραδιάσει, και έβρεχε πολύ. Ο Γκούντο ήταν πολύ βρεγμένος. Τα σανδάλια του είχαν γίνει κομμάτια.
Σε μία φάρμα κοντά στο χωριό παρατήρησε ότι σε ένα παράθυρο υπήρχαν τέσσερα ή πέντε είδη ζευγάρια στεγνά σανδάλια και αποφάσισε να πάει να αγοράσει ένα ζευγάρι.
Η γυναίκα που του προσέφερε τα σανδάλια, βλέποντας πόσο βρεγμένος ήταν, τον προσκάλεσε να περάσει τη νύχτα στο σπίτι της. Ο Γκούντο την ευχαρίστησε και δέχτηκε την ευγενική της προσφορά. Μπήκε στο σπίτι και έκανε μια σούτρα χαιρετισμού. Μετά συστήθηκε στη γυναίκα και στα παιδιά της που βρίσκονταν στο σπίτι. Καθώς τους είδε όμως, παρατήρησε οτι όλοι τους ήταν θλιμμένοι.
Ο Γκούντο ρώτησε «τι συμβαίνει;»
«Ο άντρας μου είναι τζογαδόρος και αλκοολικός», του είπε η γυναίκα. «Όταν κερδίζει, τότε πίνει και γίνεται βίαιος. Όταν χάνει, δανείζεται χρήματα από τους άλλους. Μερικές φορές όταν έχει πιει πάρα πολύ δεν έρχεται καν στο σπίτι. Τι να κάνω;»
«Θα τον βοηθήσω», είπε ο Γκούντο. «Πάρε αυτά τα χρήματα. Βρες μου ένα γαλόνι πολύ καλού κρασιού και κάτι για να φάμε. Και τότε μπορείς να αποσυρθείς. Εγώ θα διαλογίζομαι εδώ»
Όταν ο άντρας του σπιτιού γύρισε κατά τα μεσάνυχτα, αρκετά πιωμένος, φώναξε «Γυναίκα, είμαι σπίτι, έχει τίποτα να φάω;»
«Έχω εγώ κάτι για σένα», είπε ο Γκούντο. «Με έπιασε η βροχή στο δρόμο και η γυναίκα σου είχε την ευγενική καλοσύνη να με προσκαλέσει να περάσω εδώ τη νύχτα. Ως αντάλλαγμα, αγόρασα κρασί και ψάρι για όλους.»
Ο άντρας ευχαριστήθηκε πολύ, ήπιε το κρασί και ξάπλωσε στο πάτωμα. Ο Γκούντο κάθισε διαλογιζόμενος, δίπλα του.
Το πρωί, όταν ο άντρας ξύπνησε, είχε ξεχάσει την προηγούμενη νύχτα. «Ποιος είσαι; Από που ήρθες;», ρώτησε τον Γκούντο ο οποίος διαλογιζόταν ακόμα δίπλα του.
«Είμαι ο Γκούντο από το Κυότο και πηγαίνω προς το Έντο», απάντησε ο δάσκαλος του Ζεν.
Ο άντρας ντράπηκε πάρα πολύ και ζήτησε συγνώμη από τον δάσκαλο του αυτοκράτορα.
Ο Γκούντο χαμογέλασε «Όλα σε αυτή τη ζωή είναι προσωρινά», εξήγησε. «Η ζωή είναι πολύ σύντομη, εάν συνεχίσεις να τζογάρεις και να παίζεις, δεν θα έχεις χρόνο να κάνεις τίποτα άλλο και θα προκαλέσεις και πολύ πόνο στην οικογένειά σου»
Η αντίληψη του άντρα αφυπνίστηκε σαν από όνειρο. «Έχεις δίκιο» είπε, «πως μπορώ να σε ξεπληρώσω για αυτήν την υπέροχη διδασκαλία; Άσε με να σε συνοδεύσω και να κουβαλήσω τα πράγματά σου για λίγο στο δρόμο.»
Ο Γκούντο χαμογέλασε και αποδέχτηκε την προσφορά του άντρα.
Μετά από τρία μίλια που ταξίδευαν μαζί, ο Γκούντο είπε στον άντρα να γυρίσει πίσω.»Ακόμα πέντε μίλια», παρακάλεσε ο άντρας τον Γκούντο. Έτσι, συνέχισαν να ταξιδεύουν μαζί.
«Τώρα μπορείς να γυρίσεις», είπε ο Γκούντο
«Άλλα δέκα μίλια» είπε ο άντρας
«Γύρνα τώρα» είπε ο Γκούντο όταν είχαν περάσει και τα δέκα μίλια
«Θα σε ακολουθήσω για όλη μου την υπόλοιπη ζωή» απεφάνθη ο άντρας.
Οι σύγχρονοι δάσκαλοι του Ζεν, προέρχονται από την γεννεαλογική γραμμή ενός πολύ μεγάλου δασκάλου του Ζεν, που ήταν διάδοχος του Γκούντο. Το όνομά του ήταν Μου ναν, ο άνθρωπος που δεν επέστρεψε ποτέ!