Μετάδοση Συναισθημάτων

Μετάδοση Συναισθημάτων
Spread the love

stereo-kids

Τα συναισθήματα μεταδίδονται από άτομο σε άτομο χάρη σε δύο γνωρίσματα της ανθρώπινης αλληλεπίδρασης: από βιολογική σκοπιά, έχουμε την εγγενή ικανότητα να μιμούμαστε τις εξωτερικές εκδηλώσεις των άλλων· και μιμούμενοι τις εξωτερικές εκδηλώσεις τους, καταλήγουμε να υιοθετούμε τις εσωτερικές καταστάσεις τους. Έτσι, η φίλη σας που νιώθει ευτυχισμένη χαμογελά, χαμογελάτε κι εσείς, οπότε χαμογελώντας καταλήγετε να νιώθετε και εσείς ευτυχισμένος. Οι άνθρωποι, όπου και αν αλληλεπιδρούμε —στο μπαρ, στην κρεβατοκάμαρα, στη δουλειά ή στον δρόμο—, έχουμε την τάση να συγχρονίζουμε, ασυνείδητα και στιγμιαία, τις εκφράσεις του προσώπου μας, τον τρόπο ομιλίας και τη σωματική μας στάση, με αποτέλεσμα να συγχρονίζουμε και τις συναισθηματικές μας καταστάσεις.

Το καλύτερο μέσο έκφρασης των συναισθημάτων μας είναι το πρόσωπό μας. Δεν είναι δύσκολο να εξηγήσουμε γιατί το πρόσωπό μας αλλάζει έκφραση ανταποκρινόμενο σε περιβαλλοντικά ερεθίσματα ή γιατί αυτό αποτελεί μια εξελικτική προσαρμογή. Πρόσφατες έρευνες, για παράδειγμα, έχουν δείξει πώς δύο εκφράσεις του προσώπου, ο φόβος και η αηδία, ρυθμίζουν την πρόσληψη των αισθητικών ερεθισμάτων που προέρχονται από τον εξωτερικό κόσμο. Όταν είμαστε τρομοκρατημένοι, τα μάτια μας διευρύνονται και τα ρουθούνια μας ανοίγουν, για να μας βοηθήσουν να δούμε και να μυρίσουμε καλύτερα όσα μάς περιβάλλουν —όπως ακριβώς τα αυτιά ενός σκύλου ανασηκώνονται όταν ακούει κάτι ενδιαφέρον. Παρομοίως, όταν νιώθουμε αηδία, εξαιτίας, ας πούμε, μιας άσχημης οσμής, η μύτη μας σουφρώνει και τα μάτια μας μικραίνουν, ώστε να μειωθεί η επίπτωση. Η εισπνοή αέρα αυξάνεται όταν φοβόμαστε, ενώ μειώνεται όταν νιώθουμε αηδία.

Ωστόσο, οι εκφράσεις του προσώπου φαίνεται να έχουν εξελιχθεί ως ένας τρόπος επικοινωνίας με τους άλλους ανθρώπους, και όχι απλώς για να τροποποιούν τις εξωτερικές εμπειρίες μας ως ατόμων. Στην πορεία της εξέλιξής μας, αυτός ο ρόλος των εκφράσεων του προσώπου πιθανότατα επίσκιασε τον αρχικό τους ρόλο. Αυτό είναι ένα συχνό φαινόμενο στην εξέλιξη. Το πτέρωμα μπορεί να εμφανίστηκε αρχικά ως ένα μέσο μόνωσης του σώματος των προϊστορικών ερπετών, αλλά κατέληξε να συνεισφέρει σε ένα διαφορετικό και πιο σημαντικό πλεονέκτημα, στην ικανότητα για πτήση.

Αναπτύξαμε την ικανότητα να διαβάζουμε τις εκφράσεις του προσώπου των άλλων ανθρώπων. Συνεπώς, δεν επωφελούμαστε μόνο όταν το πρόσωπό μας συσπάται από αηδία, αλλά και από το ότι είμαστε ικανοί να παρατηρούμε κατά πόσον το πρόσωπο των άλλων συσπάται από αηδία. Οι άνθρωποι διαθέτουν μια ασυνήθιστη ικανότητα να εντοπίζουν μικρές αλλαγές στα πρόσωπα των άλλων ανθρώπων. Αυτή η ικανότητα εδράζεται σε μια συγκεκριμένη περιοχή του εγκεφάλου, μπορεί δε ακόμη και να χαθεί —μια διαταραχή γνωστή ως προσωπα-γνωσία. Η ικανότητα να διαβάζουμε τις εκφράσεις των άλλων ανθρώπων πιθανότατα αποτέλεσε ένα πολύ σημαντικό βήμα στην πορεία προς τον συγχρονισμό των αισθημάτων μας με εκείνα των άλλων και προς την ανάπτυξη της ενσυναίσθησης (συναισθηματικής ταύτισης), η οποία κρύβεται κάτω από τη διαδικασίο/της μετάδοσης συναισθημάτων.

Ήδη, από το 1759, ήταν προφανές για τον Άνταμ Σμιθ, φιλόσοφο και πατέρα της οικονομικής επιστήμης, ότι η συνειδητή σκέψη είναι ένας τρόπος με τον οποίο μπορούμε να συμπάσχουμε με τους άλλους και, κατ’ επέκταση, να νιώθουμε όπως οι άλλοι: «Αν και αυτός που υποφέρει είναι ο αδελφός μας […], με τη φαντασία μας ερχόμαστε στη θέση του, σκεφτόμαστε ότι εμείς υπομένουμε όλα αυτά τα βασανιστήρια, μπαίνουμε κατά κάποιον τρόπο στο σώμα του και γινόμαστε κατά μία έννοια το ίδιο πρόσωπο με αυτόν. Έτσι, σχηματίζουμε μια ιδέα σχετικά με τά αισθητικά ερεθίσματά του και φθάνουμε να νιώθουμε κάτι το οποίο, αν και λιγότερο ισχυρό, δεν διαφέρει πολύ από όσα νιώθει εκείνος».

Παρ’ όλα αυτά, τα συναισθήματα εξαπλώνονται και με άλλους τρόπους, πέρα από την απλή ανάγνωση των άλλων προσώπων και τις σκέψεις μας σχετικά με τις εμπειρίες τους. Στην πραγματικότητα, υπάρχει μια πιο πρωτόγονη και λιγότερο συνειδητή διαδικασία μετάδοσης συναισθημάτων από εκείνη που περιέγραψε ο Σμιθ, ένα είδος ενστικτώδους ενσυναίσθησης. Οι άνθρωποι μιμούνται τις εκφράσεις του προσώπου των άλλων και έπειτα, ως άμεσο αποτέλεσμα, αρχίζουν να νιώθουν όπως εκείνοι. Αυτό ονομάζεται συναισθηματική προσαγωγή ή θεωρία ανάδρασης μυών προσώπου —μιας και η πορεία των σημάτων ξεκινά από τους μυς του προσώπου προς τον εγκέφαλο, σε αντίθεση με την πιο συνηθισμένη, απαγωγό πορεία από τον εγκέφαλο προς τους μυς. Τα ευεργετικά αποτελέσματα των εκφράσεων του προσώπου στην ψυχική διάθεση αποτελούν, φέρ’ ειπείν, τον λόγο που οι εργαζόμενοι σε τηλεφωνικά κέντρα εκπαιδεύονται να χαμογελούν την ώρα της δουλειάς, πα-ρότι το άτομο που βρίσκεται στην άλλη άκρη της γραμμής δεν μπορεί να δει το πρόσωπό τους. Αυτή η θεωρία εξηγεί επίσης γιατί βοηθά να χαμογελά κανείς όταν είναι στενοχωρημένος.

Ένας βιολογικός μηχανισμός που κάνει τα συναισθήματα (και τις συμπεριφορές) μεταδοτικά ίσως να είναι το επονομαζόμενο σύστημα των νευρώνων-κατόπτρων στον ανθρώπινο εγκέφαλο. Ο εγκέφαλός μας εξασκείται στην εκτέλεση ενεργειών απλώς βλέποντας άλλους ανθρώπους να τις εκτελούν, σαν να τις κάναμε εμείς. Αν έχετε παρακολουθήσει ποτέ έναν ένθερμο οπαδό κατά τη διάρκεια ενός αγώνα, τότε ξέρετε τι εννοούμε —πετάγεται σε κάθε ευκαιρία, σαν να θέλει να μεταδώσει τη δική του ενέργεια στους παίκτες που βρίσκονται μέσα στο γήπεδο. Όταν βλέπουμε τους παίκτες να τρέχουν, να πηδούν ή να κλοτσούν, δεν ενεργοποιείται μονάχα ο οπτικός μας φλοιός, ούτε μόνο το τμήμα του εγκεφάλου μας που επεξεργάζεται αυτό που παρατηρούμε, αλλά επίσης και τα τμήματα του εγκεφάλου μας που θα ενεργοποιούνταν αν εμείς οι ίδιοι τρέχαμε, πηδούσαμε ή κλοτσούσαμε!

Σε ένα πείραμα σχετικά με τη συναισθηματική μετάδοση, οι ερευνητές έβαλαν τους συμμετέχοντες να ακούσουν μαγνητοφωνήσεις μη λεκτικών φωνητικών αντιδράσεων που μετέδιδαν δύο θετικά συναισθήματα, όπως της διασκέδασης και του θριάμβου, και δύο αρνητικά συναισθήματα, όπως του φόβου και της αηδίας. Οι ερευνητές κατέγραφαν τις αντιδράσεις στον εγκέφαλο των συμμετεχόντων μέσω απεικόνισης μαγνη-τικού συντονισμού (MRI).10 Ζητήθηκε από τους συμμετέχοντες να μην αντιδρούν σε όσα ακούνε. Ενώ όμως φαινομενικά δεν αντιδρούσαν στους ήχους, ο μαγνητικός τομογράφος έδειξε ότι το άκουσμα αυτών των ήχων ενεργοποιούσε τμήματα του εγκεφάλου τα οποία ελέγχουν τις αντίστοιχες εκφράσεις του προσώπου. Φαίνεται πως πάντοτε είμαστε έτοιμοι να νιώσουμε ό,τι νιώθουν οι άλλοι και να κάνουμε ό,τι κάνουν οι άλλοι.

 

ΠΗΓΗ

Emeis Magazine

Αφήστε μια απάντηση