Kατόρθωσαν να διαγράψουν φοβικές αναμνήσεις από τον ανθρώπινο εγκέφαλο
Το να σβήσει κανείς τη μνήμη του και να ξεχάσει δυσάρεστα γεγονότα του παρελθόντος που του προκαλούν πόνο φαντάζει σαν σενάριο για ταινία επιστημονικής φαντασίας. Κι όμως, όπως αποδεικνύεται δεν είναι και κάτι τόσο απίθανο να συμβεί στην πραγματικότητα.
Σε ένα πείραμα που έκαναν ερευνητές από το πανεπιστήμιο Uppsala, στη Σουηδία, κατόρθωσαν να διαγράψουν μία τρομακτική, πρόσφατη ανάμνηση που προκάλεσαν σε ομάδα εθελοντών.
Το όλο πείραμα έγινε ως εξής: οι ερευνητές έδειξαν στους εθελοντές τους μια ουδέτερη εικόνα και ταυτοχρόνως τους έκαναν ηλεκτροσόκ, που προφανώς δεν ήταν διόλου ευχάριστο. Με αυτό τον τρόπο, η εικόνα συσχετίστηκε στο μυαλό τους με τον φόβο – και έτσι δημιουργήθηκε μία φοβική μνήμη. Για να ενεργοποιηθεί αυτή η φοβική μνήμη, οι ερευνητές ξαναέδειξαν στους εθελοντές την εικόνα, δίχως αυτή τη φορά να τους κάνουν ηλεκτροσόκ.
Ωστόσο, τους χώρισαν σε δύο ομάδες. Στη μία έδειχναν ξανά και ξανά την ίδια εικόνα, με τέτοια ταχύτητα ώστε δεν προλάβαινε κάθε φορά να ολοκληρωθεί η διαδικασία της μνημονικής εδραίωσης, ενώ στην άλλη την έδειξαν αρκετά αργά ώστε να ολοκληρωθεί η διαδικασία.
Σε όσους έβλεπαν γρήγορα την ίδια εικόνα, ο φόβος που σχετιζόταν με την εικόνα σύντομα έσβησε και η σχετική ανάμνηση αδρανοποιήθηκε. Αυτό τεκμηριώθηκε με λειτουργική μαγνητική τομογραφία (fMRI) εγκεφάλου, η οποία έδειξε ότι τα «ίχνη» της φοβικής μνήμης «σβήστηκαν» από το τμήμα του εγκεφάλου που φυσιολογικά αποθηκεύει τις φοβικές αναμνήσεις μας.
Μένει τώρα να διαπιστωθεί εάν η ίδια «διαγραφή» μπορεί να γίνει και για μακροχρόνιες αναμνήσεις, αφού αυτές που τώρα «σβήστηκαν» ήταν πολύ πρόσφατες. «Τα ευρήματα αυτά αποτελούν σημαντικό βήμα προόδου στην έρευνα για τη μνήμη και το φόβο», δήλωσε ο επικεφαλής ερευνητής δρ Τόμας Άγκρεν, επίκουρος καθηγητής Ψυχολογίας στο πανεπιστήμιο. «Τελικά, μπορεί να οδηγήσουν σε βελτιωμένες θεραπευτικές μεθόδους για τα εκατομμύρια των πασχόντων από αγχώδη προβλήματα, όπως οι φοβίες, το μετατραυματικό στρες και οι κρίσεις πανικού».
Όπως εξήγησε ο δρ Άγκρεν, όταν μαθαίνουμε κάτι, δημιουργείται μία μακροχρόνια μνήμη με την βοήθεια της διαδικασίας της μνημονικής εδραίωσης, η οποία βασίζεται στην δημιουργία πρωτεϊνών στον εγκέφαλο.
Όταν θυμόμαστε κάτι, η μνήμη καθίσταται ασταθής για λίγο και μετά σταθεροποιείται εκ νέου με μια επόμενη μνημονική εδραίωση. Με άλλα λόγια, «δεν θυμόμαστε επακριβώς τι συνέβη αρχικά, αλλά θυμόμαστε την τελευταία φορά που σκεφτήκαμε τι είχε συμβεί», τόνισε ο δρ Άγκρεν. Σε αυτή ακριβώς την διεργασία επικέντρωσαν τη μελέτη τους ο δρ Άγκρεν και οι συνεργάτες του, οι οποίοι διαταράσσοντας την μνημονική εδραίωση των εθελοντών τους, ανακάλυψαν ότι μπορούν να αλλάξουν την μνήμη τους.